- υπερβόρειος
- ος, ο [ος и εία, ον] северный, полярный; гиперборейский (уст. )
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
υπερβόρειος — α, ο / ὑπερβόρειος, ον, ΝΜΑ, και ιων. τ. υπερβόρεος, έη, ον, Α νεοελλ. αυτός που βρίσκεται στα βορειότερα μέρη τής Ευρώπης ή κατάγεται από τα μέρη αυτά («ξανθή υπερβόρεια καλλονή») αρχ. 1. (το αρσ. ως κύριο όν.) ὁ Ὑπερβόρειος·προσωνυμία τού… … Dictionary of Greek
υπερβόρειος — α, ο 1. αυτός που είναι ή κατοικεί κοντά στο βόρειο πόλο, ο βορειότατος. 2. το αρσ. ως επίθ. του θεού Απόλλωνα, Υπερβόρειος. 3. ο πληθ. αρσ. ως ουσ., Yπερβόρειοι (μυθ.), λαός που κατοικούσε στα βορειότατα άκρα της γης, όπου ζούσε ο Απόλλωνας από… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Abaris the Hyperborean — Abaris redirects here. For the Baroque opera see Les Boréades Abaris the Hyperborean (Greek: gr. Ἄβαρις Ὑπερβόρειος, Abaris Hyperboreios ), son of Seuthes, was a legendary sage, healer, and priest of Apollo known to the Ancient Greeks. He was… … Wikipedia
Абарис — (Абарид, др. греч. Ἄβαρις Ὑπερβόρειος) в древнегреческой мифологии житель Гипербореи, прорицатель и жрец Аполлона. Обходился без пищи и летал на волшебной стреле, подаренной ему Аполлоном. Пифагорейцы называли Абариса «Воздухошествующим».… … Википедия
Περφεραίος — ὁ, Α (ως προσωνυμία τού Ερμού) Υπερβόρειος … Dictionary of Greek
Υπερβορίς — ίδος, ἡ, Α κόρη από το έθνος τών Ὑπερβορείων*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερβόρειος + κατάλ. ίς, ίδος (πρβλ. Θεσσαλ ίς)] … Dictionary of Greek
Αμάδοκος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Υπερβόρειος ήρωας, που συνέβαλε το 278 π.Χ. στην απαλλαγή του Μαντείου των Δελφών από τον κίνδυνο κατάληψής του από τους Γαλάτες. 2. Α. Α’. Βασιλιάς της θρακικής φυλής των Οδρησσών ή Οδρυσών (αρχές 4ου αι. π.Χ.).… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή … Dictionary of Greek